Παντρεμένη στα ουκρανικά
Μετάφραση: παντρεμένη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шлюб, одружений, був, неодружений, Пірсинг
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παντρεμένη
παντρεμένη και ερωτευμένη με άλλον, παντρεμένη και ερωτευμένη, παντρεμένη σαρδέλα, παντρεμένη φάβα, παντρεμένη πρωταγωνίστρια σε ταινία που διέρρευσε στο διαδίκτυο, παντρεμένη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παντρεμένη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παντού στα ουκρανικά - повсюди, всюди, усюди, скрізь
- παντρειά στα ουκρανικά - одружитися, женитися, одружуватися, женитись, одружитися з
- παντρεμένος στα ουκρανικά - шлюб, одружений, був, неодружений, Пірсинг
- παντρεύομαι στα ουκρανικά - павутини, середа, середу, середи, середі, середою
Τυχαίες λέξεις
Παντρεμένη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шлюб, одружений, був, неодружений, Пірсинг
Μεταφράσεις: шлюб, одружений, був, неодружений, Пірсинг