Ανεύρεση στα ιταλικά

Μετάφραση: ανεύρεση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scovare, scoperta, trovare, ritrovamento, conclusione, constatazione, accertamento
Ανεύρεση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεύρεση

ανεύρεση αριθμών κινητών τηλεφώνων, εύρεση τηλεφώνου, εύρεση αμκα, ανεύρεση μιλίων από πτήση, ανεύρεση χρυσού, ανεύρεση λεξικό γλώσσας ιταλικά, ανεύρεση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ανεφοδιάζω στα ιταλικά - riempire, integrare, anefodiazo
  • ανεύθυνος στα ιταλικά - irresponsabile, irresponsabili, incosciente
  • ανηθικότητα στα ιταλικά - vizio, morsa, immoralità, l'immoralità, dell'immoralità, all'immoralità, malcostume
  • ανηλεής στα ιταλικά - spietato, spietata, spietati, crudele, senza scrupoli
Τυχαίες λέξεις
Ανεύρεση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: scovare, scoperta, trovare, ritrovamento, conclusione, constatazione, accertamento