Ανεύρεση στα ολλανδικά

Μετάφραση: ανεύρεση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bevinden, vinden, treffen, ontdekken, aantreffen, bevinding, vondst, vaststelling, conclusie
Ανεύρεση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεύρεση

ανεύρεση αριθμών κινητών τηλεφώνων, εύρεση τηλεφώνου, εύρεση αμκα, ανεύρεση μιλίων από πτήση, ανεύρεση χρυσού, ανεύρεση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανεύρεση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανεφοδιάζω στα ολλανδικά - anefodiazo
  • ανεύθυνος στα ολλανδικά - onverantwoordelijk, onverantwoord, onverantwoordelijke, onverantwoorde, verantwoord
  • ανηθικότητα στα ολλανδικά - ontucht, onzedelijkheid, immoraliteit, zedeloosheid, immoreel, immorality
  • ανηλεής στα ολλανδικά - meedogenloos, meedogenloze, wrede, genadeloze, ruthless
Τυχαίες λέξεις
Ανεύρεση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bevinden, vinden, treffen, ontdekken, aantreffen, bevinding, vondst, vaststelling, conclusie