Γράσο στα ιταλικά

Μετάφραση: γράσο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
untume, ungere, ingrassare, grasso, di grasso, il grasso, del grasso
Γράσο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γράσο

γράσο αλυσίδας, γράσο σιλικόνης, γράσο υψηλών θερμοκρασιών, γράσο θαλάσσης, γράσο ρουλεμάν, γράσο λεξικό γλώσσας ιταλικά, γράσο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • γούστο στα ιταλικά - degustare, assaggiare, gusto, sapore, gustare, costare, gusti, ...
  • γράμμα στα ιταλικά - lettera, la lettera, lettera di, lettere
  • γρήγορα στα ιταλικά - celere, veloce, presto, rapido, rapida, rapidamente, velocemente, ...
  • γρήγορος στα ιταλικά - impetuoso, rapido, veloce, suggerire, celere, sollecito, svelto, ...
Τυχαίες λέξεις
Γράσο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: untume, ungere, ingrassare, grasso, di grasso, il grasso, del grasso