Διασπείρω στα ιταλικά

Μετάφραση: διασπείρω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
disseminare, sparpagliare, spargere, spandere, inframmezzare, intervallare, intersperse, sparpagliano
Διασπείρω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασπείρω

διασπείρω συνώνυμο, διασπείρω λεξικό γλώσσας ιταλικά, διασπείρω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διασκορπίζω στα ιταλικά - disseminare, sparpagliare, spargere, spandere, spargimento, dispersione, scatter, ...
  • διασπαθίζω στα ιταλικά - sperperato, sprecato, dilapidato, sperperati, dissipato
  • διασπορά στα ιταλικά - dispersione, la dispersione, di dispersione, dispersione di, dispersioni
  • διασπώ στα ιταλικά - distrarre, rive
Τυχαίες λέξεις
Διασπείρω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: disseminare, sparpagliare, spargere, spandere, inframmezzare, intervallare, intersperse, sparpagliano