Διασπείρω στα τούρκικα
Μετάφραση: διασπείρω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
serpmek, serpiştirmek, buraya serpmek, programlarda birbirini, intersperse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασπείρω
διασπείρω συνώνυμο, διασπείρω λεξικό γλώσσας τούρκικα, διασπείρω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διασκορπίζω στα τούρκικα - dağılım, dağılma, saçılım, saçılma, Scatter
- διασπαθίζω στα τούρκικα - çarçur, israf, heba, boşa harcanması
- διασπορά στα τούρκικα - dağıtım, dağıtma, dağılım, dispersiyon, dispersiyonu, dağılımı, dağılma
- διασπώ στα τούρκικα - yırtmak, rive, koparmak, kırmak, ESP sistemi tahrik
Τυχαίες λέξεις
Διασπείρω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: serpmek, serpiştirmek, buraya serpmek, programlarda birbirini, intersperse
Μεταφράσεις: serpmek, serpiştirmek, buraya serpmek, programlarda birbirini, intersperse