Διασπείρω στα φινλανδικά

Μετάφραση: διασπείρω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hajota, haihtua, lisääntyä, hajottaa, lähettää, loitota, hajoaminen, hälventyä, levittää, lomittaa, sirotella, intersperse, sirottelevat
Διασπείρω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασπείρω

διασπείρω συνώνυμο, διασπείρω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διασπείρω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διασκορπίζω στα φινλανδικά - ripotella, hälventyä, haihtua, levitä, hajota, loitota, hajottaa, ...
  • διασπαθίζω στα φινλανδικά - tuhlata, hukata, tuhlattu, haaskata, tuhlanneet, haaskataan, tuhlataan
  • διασπορά στα φινλανδικά - hajaannus, hajanaisuus, jakelu, jako, hajonta, hajaantuminen, jakaminen, ...
  • διασπώ στα φινλανδικά - vaivata, häiritä, rive, nii, dentaa
Τυχαίες λέξεις
Διασπείρω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hajota, haihtua, lisääntyä, hajottaa, lähettää, loitota, hajoaminen, hälventyä, levittää, lomittaa, sirotella, intersperse, sirottelevat