Διαχωρίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: διαχωρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
isolare, dissociarsi, dissociare, dissociano, dissocia, dissociazione
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαχωρίζω
ξεχωρίζω συνώνυμο, ξεχωρίζω συνώνυμα, διαχωρίζω λεξικο, διαχωρίζω συνώνυμο, διαχωρίζω αγγλικα, διαχωρίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, διαχωρίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- διαχυτικός στα ιταλικά - espansivo, effusiva, effusive, effusivo, espansiva
- διαχυτικότητα στα ιταλικά - giovialità, joviality, la giovialità, gioviale, convivialità
- διαχωρισμός στα ιταλικά - separazione, di separazione, la separazione, distacco, distanza
- διαψεύδω στα ιταλικά - contraddire, negare, contraddirlo, negarlo, gainsay
Τυχαίες λέξεις
Διαχωρίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: isolare, dissociarsi, dissociare, dissociano, dissocia, dissociazione
Μεταφράσεις: isolare, dissociarsi, dissociare, dissociano, dissocia, dissociazione