Διαχωρίζω στα πολωνικά

Μετάφραση: διαχωρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyizolować, odizolować, odosobnić, wyobcować, oddzielać, wyodrębnić, wyodrębniać, wydzielać, izolować, odgradzać, odosobniać, separować, zdysocjować, dysocjować, dysocjacji, dysocjują, oddzielić
Διαχωρίζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαχωρίζω

ξεχωρίζω συνώνυμο, ξεχωρίζω συνώνυμα, διαχωρίζω λεξικο, διαχωρίζω συνώνυμο, διαχωρίζω αγγλικα, διαχωρίζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, διαχωρίζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • διαχυτικός στα πολωνικά - bujny, obfity, płodny, wylewny, effusive, wylewna, wylewnych, ...
  • διαχυτικότητα στα πολωνικά - zbytek, wylewność, obfitość, bujność, jowialność
  • διαχωρισμός στα πολωνικά - rozdzielenie, wyobcowanie, rozdzielanie, oddzielenie, rozstanie, oderwanie, rozchodzenie, ...
  • διαψεύδω στα πολωνικά - sprzeciwiać, zaprzeczyć, odmówić, zaprzeczać, przeczyć, kwestionować, przemawia przeciw
Τυχαίες λέξεις
Διαχωρίζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wyizolować, odizolować, odosobnić, wyobcować, oddzielać, wyodrębnić, wyodrębniać, wydzielać, izolować, odgradzać, odosobniać, separować, zdysocjować, dysocjować, dysocjacji, dysocjują, oddzielić