Διαχωρίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: διαχωρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szétválaszt, disszociál, szétválasztani, disszociálnak, különválasztani
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαχωρίζω
ξεχωρίζω συνώνυμο, ξεχωρίζω συνώνυμα, διαχωρίζω λεξικο, διαχωρίζω συνώνυμο, διαχωρίζω αγγλικα, διαχωρίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαχωρίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διαχυτικός στα ουγγρικά - gazdag, kicsattanó, dagályos, túláradó, ömlengő, effúziós, ömlengõ
- διαχυτικότητα στα ουγγρικά - vidámság, kedélyesség, joviality, vidámsággal, kedélyességgel
- διαχωρισμός στα ουγγρικά - különélés, elválasztás, elkülönítés, szétválasztása, szétválasztás, elválasztási
- διαψεύδω στα ουγγρικά - ellentmond, mond ellent, ellenszegülni, ellentmondani
Τυχαίες λέξεις
Διαχωρίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szétválaszt, disszociál, szétválasztani, disszociálnak, különválasztani
Μεταφράσεις: szétválaszt, disszociál, szétválasztani, disszociálnak, különválasztani