Διαχωρίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαχωρίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsiriboti, atskirti, atsieti, skaidosi, atriboti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαχωρίζω
ξεχωρίζω συνώνυμο, ξεχωρίζω συνώνυμα, διαχωρίζω λεξικο, διαχωρίζω συνώνυμο, διαχωρίζω αγγλικα, διαχωρίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαχωρίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διαχυτικός στα λιθουανικά - ekspansyvus, Ekspansywny, Neapvaldīts, nesantūrus, Ekspansīvs
- διαχυτικότητα στα λιθουανικά - linksmumas, Juokingi, Jautrība, Jowialność, Komunikabilumas
- διαχωρισμός στα λιθουανικά - atskyrimas, atskyrimo, atskirti, atskyrimą, separacijos
- διαψεύδω στα λιθουανικά - prieštarauti, paneigti, Nepažeisti, Neigia, neigti
Τυχαίες λέξεις
Διαχωρίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsiriboti, atskirti, atsieti, skaidosi, atriboti
Μεταφράσεις: atsiriboti, atskirti, atsieti, skaidosi, atriboti