Διαψεύδω στα ιταλικά

Μετάφραση: διαψεύδω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
contraddire, negare, contraddirlo, negarlo, gainsay
Διαψεύδω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαψεύδω

διαψεύδω αγγλικά, διαψεύδω αντίθετο, διαψεύδω αρχικοι χρονοι, διαψεύδω μετάφραση, διαψεύδω στα αγγλικά, διαψεύδω λεξικό γλώσσας ιταλικά, διαψεύδω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διαχωρίζω στα ιταλικά - isolare, dissociarsi, dissociare, dissociano, dissocia, dissociazione
  • διαχωρισμός στα ιταλικά - separazione, di separazione, la separazione, distacco, distanza
  • διγαμία στα ιταλικά - bigamia, la bigamia, bigamy, di bigamia
  • διδάσκω στα ιταλικά - istruire, insegnare, ammaestrare, insegnerà, insegnare ai, insegnare a, insegnarci
Τυχαίες λέξεις
Διαψεύδω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: contraddire, negare, contraddirlo, negarlo, gainsay