Διαψεύδω στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαψεύδω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спростовувати, заперечте, суперечити, суперечитиме, суперечитимуть, перечити, суперечить
Διαψεύδω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαψεύδω

διαψεύδω αγγλικά, διαψεύδω αντίθετο, διαψεύδω αρχικοι χρονοι, διαψεύδω μετάφραση, διαψεύδω στα αγγλικά, διαψεύδω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαψεύδω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαχωρίζω στα ουκρανικά - відмежуватися, відмежуватись, відгородитися
  • διαχωρισμός στα ουκρανικά - відділення, відокремлення, розділення, поділ, розподіл
  • διγαμία στα ουκρανικά - двоєженство, бігамія, двошлюбність
  • διδάσκω στα ουκρανικά - научати, викладати, навчити, привчати, установи, неточний, навчіть, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαψεύδω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спростовувати, заперечте, суперечити, суперечитиме, суперечитимуть, перечити, суперечить