Εισέρχομαι στα ιταλικά

Μετάφραση: εισέρχομαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
entrare, inserire, immettere, entra, inserisci
Εισέρχομαι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισέρχομαι

εισέρχομαι αρχικοι χρονοι, συνέρχομαι αρχαία, εισέρχομαι συνώνυμο, εισέρχομαι συνώνυμα, εισέρχομαι κλίση, εισέρχομαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, εισέρχομαι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ειρωνικός στα ιταλικά - ironico, ironica, ironia, ironici, ironiche
  • εισάγω στα ιταλικά - ospitare, innestare, presentare, ammettere, introdurre, confessare, accogliere, ...
  • εισαγωγή στα ιταλικά - induzione, immissione, introduzione, inserzione, all'introduzione, dell'introduzione, presentazione, ...
  • εισαγωγικός στα ιταλικά - introduttivo, introduttiva, alinea, introduzione, introduttive
Τυχαίες λέξεις
Εισέρχομαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: entrare, inserire, immettere, entra, inserisci