Εισέρχομαι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εισέρχομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
внесете, влезе, влезат, внесете го, да влезе
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισέρχομαι
εισέρχομαι αρχικοι χρονοι, συνέρχομαι αρχαία, εισέρχομαι συνώνυμο, εισέρχομαι συνώνυμα, εισέρχομαι κλίση, εισέρχομαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εισέρχομαι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ειρωνικός στα σλαβομακεδονικά - иронично, иронична, ироничен, иронични, иронија
- εισάγω στα σλαβομακεδονικά - индуцирам
- εισαγωγή στα σλαβομακεδονικά - воведувањето, воведување, вовед, запознавање, воведот
- εισαγωγικός στα σλαβομακεδονικά - воведна, воведната, воведни, воведен, воведниот
Τυχαίες λέξεις
Εισέρχομαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: внесете, влезе, влезат, внесете го, да влезе
Μεταφράσεις: внесете, влезе, влезат, внесете го, да влезе