Καραφλός στα ιταλικά
Μετάφραση: καραφλός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pelato, calvo, calva, bald, pelata
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καραφλός
ανδρέας καραφλός, καραφλός ή φαλακρός, καραφλός φαλακρός, καραφλός ετυμολογία, καραφλός ηλεκτρικά, καραφλός λεξικό γλώσσας ιταλικά, καραφλός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- καραμπίνα στα ιταλικά - cannone, fucile, schioppo, carabina, carbine, la carabina, di carabina
- καραούλι στα ιταλικά - scolta, sentinella, guardia, di guardia, guardia di, guard, guardie
- καρδάρα στα ιταλικά - zangola, churn, abbandono, tasso di abbandono, di abbandono
- καρδαμώνω στα ιταλικά - assodare, rinforzare, corroborare, consolidare, rafforzare, rinvigorire, cardamons, ...
Τυχαίες λέξεις
Καραφλός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pelato, calvo, calva, bald, pelata
Μεταφράσεις: pelato, calvo, calva, bald, pelata