Καραφλός στα σουηδικά
Μετάφραση: καραφλός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skallig, skalliga, bald, kala, flintskallig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καραφλός
ανδρέας καραφλός, καραφλός ή φαλακρός, καραφλός φαλακρός, καραφλός ετυμολογία, καραφλός ηλεκτρικά, καραφλός λεξικό γλώσσας σουηδικά, καραφλός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καραμπίνα στα σουηδικά - kanon, räffla, bössa, gevär, karbin, carbinen, carbine
- καραούλι στα σουηδικά - vakt, skydd, skydds, skyddet
- καρδάρα στα σουηδικά - churn, kundomsättningen, kundomsättning, churnen, omsättning
- καρδαμώνω στα σουηδικά - styrka, befästa, stärka, kardemumma
Τυχαίες λέξεις
Καραφλός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: skallig, skalliga, bald, kala, flintskallig
Μεταφράσεις: skallig, skalliga, bald, kala, flintskallig