Κολλητικός στα ιταλικά
Μετάφραση: κολλητικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
infettivo, appiccicoso, appiccicaticcio, contagioso, infettiva, infettive, contagiosa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλητικός
σταφυλοκοκκος κολλητικός, έρπης κολλητικός, κολλητικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κολλητικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κολλάρισμα στα ιταλικά - medicazione, condimento, spogliatoio, vestirsi, dressing
- κολλαρίζω στα ιταλικά - amido, salda, kollarizo
- κολλητός στα ιταλικά - compagno, concludere, presso, argomentare, vicino, stretto, amico, ...
- κολλιτσίδα στα ιταλικά - bardana, burdock, di bardana, di burdock, la bardana
Τυχαίες λέξεις
Κολλητικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: infettivo, appiccicoso, appiccicaticcio, contagioso, infettiva, infettive, contagiosa
Μεταφράσεις: infettivo, appiccicoso, appiccicaticcio, contagioso, infettiva, infettive, contagiosa