Μέσος στα ιταλικά

Μετάφραση: μέσος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
modo, mezzo, media, medio, mediocrità, la media, media delle, medio di
Μέσος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέσος

μέσος όρος excel, μέσος όγκος ερυθρών, μέσος όρος πέους, μέσος όγκος αιμοπεταλίων, μέσος κροταφικός λοβός, μέσος λεξικό γλώσσας ιταλικά, μέσος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μέσο στα ιταλικά - maniera, fare, modo, mezzi, mezzo, mediante, mezzi di, ...
  • μέσον στα ιταλικά - modo, fare, medio, maniera, mezzo, medie, a medio, ...
  • μέτοχος στα ιταλικά - azionista, socio, azionisti, azionista di, dell'azionista
  • μέτρηση στα ιταλικά - misurazione, misura, di misura, di misurazione, la misurazione
Τυχαίες λέξεις
Μέσος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: modo, mezzo, media, medio, mediocrità, la media, media delle, medio di