Μέσος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μέσος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
média, médio, média em, média de
Μέσος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέσος

μέσος όρος excel, μέσος όγκος ερυθρών, μέσος όρος πέους, μέσος όγκος αιμοπεταλίων, μέσος κροταφικός λοβός, μέσος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μέσος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μέσο στα πορτογαλικά - costume, moda, modo, ferramenta, forma, significa, maneira, ...
  • μέσον στα πορτογαλικά - moda, costume, maneira, modo, ferramenta, forma, significa, ...
  • μέτοχος στα πορτογαλικά - dividir, partir, accionista, acionista, acionistas, accionistas, sócio
  • μέτρηση στα πορτογαλικά - medir, medida, medição, de medição, mensuração, medição de
Τυχαίες λέξεις
Μέσος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: média, médio, média em, média de