Νοικάρης στα ιταλικά

Μετάφραση: νοικάρης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affittuario, noleggiatore, inquilino, Roomer, pensionante, abitante
Νοικάρης στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοικάρης

νοικάρης στην καρδιά σου, νοικάρης λεξικό γλώσσας ιταλικά, νοικάρης στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • νοθεύω στα ιταλικά - adulterare, sofisticare, sofisticato, sofisticata, sophisticate, raffinata
  • νοιάζομαι στα ιταλικά - materiale, caso, stoffa, faccenda, affare, sostanza, fatto, ...
  • νοικιάζω στα ιταλικά - affitto, assumere, noleggio, affittare, nolo, in affitto, noleggiare
  • νοικοκύρης στα ιταλικά - casalinga, homemaker, massaia, casalinghe, la casalinga
Τυχαίες λέξεις
Νοικάρης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: affittuario, noleggiatore, inquilino, Roomer, pensionante, abitante