Νοικάρης στα λιθουανικά

Μετάφραση: νοικάρης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nuomininkas, Iemītnieks, kambario gyventojas
Νοικάρης στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοικάρης

νοικάρης στην καρδιά σου, νοικάρης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, νοικάρης στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • νοθεύω στα λιθουανικά - padirbinėti, modernizuoti, nenuoširdų, išmanantis žmogus, falsifikuoti
  • νοιάζομαι στα λιθουανικά - dalykas, materija, reikalas, daiktas, priežiūra, priežiūros, priežiūrą, ...
  • νοικιάζω στα λιθουανικά - nuoma, nuomos, nuomos mokestis, nuomą
  • νοικοκύρης στα λιθουανικά - namų šeimininkės, puoselėtoja, Mokinys, Namų šeimininkas, homemaker
Τυχαίες λέξεις
Νοικάρης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nuomininkas, Iemītnieks, kambario gyventojas