Πετσέτα στα ιταλικά
Μετάφραση: πετσέτα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asciugatoio, salvietta, tovagliolo, asciugamano, telo, asciugamani, tovagliolo di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πετσέτα
πετσέτα μπομπονιέρα, πετσέτα με το μέτρο, πετσέτα θαλάσσης benetton, πετσέτα θαλάσσης reserved, πετσέτα παρεό, πετσέτα λεξικό γλώσσας ιταλικά, πετσέτα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πετράδι στα ιταλικά - monile, gioia, gioiello, gioielli, perla, gemma, gioiello di
- πετροβολώ στα ιταλικά - rupe, pietra, masso, denocciolare, sasso, petrovolo
- πετσετάκι στα ιταλικά - salvietta, tovagliolo, centrino, doily, centrino di, il doily
- πετσοκόβω στα ιταλικά - tagliare, frustare, taglio, trucco, mod
Τυχαίες λέξεις
Πετσέτα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: asciugatoio, salvietta, tovagliolo, asciugamano, telo, asciugamani, tovagliolo di
Μεταφράσεις: asciugatoio, salvietta, tovagliolo, asciugamano, telo, asciugamani, tovagliolo di