Σαλάτα στα ιταλικά
Μετάφραση: σαλάτα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
insalata, insalata di, salad, insalate, un'insalata
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλάτα
σαλάτα σπανάκι, σαλάτα ζυμαρικών, σαλάτα με κινόα, σαλάτα του σεφ, σαλάτα με φράουλες, σαλάτα λεξικό γλώσσας ιταλικά, σαλάτα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σακατεύω στα ιταλικά - storpio, azzoppare, storpiare, paralizzare, paralizzare la
- σακούλα στα ιταλικά - tasca, borsa, sacchetto, sacco, sacchetto di, bag
- σαλάχι στα ιταλικά - razza, raggio, irradiare, ray, raggi, a raggi, di raggi
- σαλεύω στα ιταλικά - scuotere, vibrare, commuovere, mossa, movimento, moto, traballare, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαλάτα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: insalata, insalata di, salad, insalate, un'insalata
Μεταφράσεις: insalata, insalata di, salad, insalate, un'insalata