Σαλάτα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σαλάτα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
causa, salada, salada de, salad, saladas, a salada
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλάτα
σαλάτα σπανάκι, σαλάτα ζυμαρικών, σαλάτα με κινόα, σαλάτα του σεφ, σαλάτα με φράουλες, σαλάτα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σαλάτα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σακατεύω στα πορτογαλικά - aleijado, mutilar, aleijar, paralisar, prejudicar
- σακούλα στα πορτογαλικά - saco, bolsa, saco de, bag, sacola
- σαλάχι στα πορτογαλικά - cru, raio, ray, raios, de raios, de raio
- σαλεύω στα πορτογαλικά - mudar, andar, fazer, eixo, tramitar, agitação, mexer, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαλάτα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: causa, salada, salada de, salad, saladas, a salada
Μεταφράσεις: causa, salada, salada de, salad, saladas, a salada