Σαλάτα στα λιθουανικά
Μετάφραση: σαλάτα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mišrainė, salotos, salotų, salad, salotomis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλάτα
σαλάτα σπανάκι, σαλάτα ζυμαρικών, σαλάτα με κινόα, σαλάτα του σεφ, σαλάτα με φράουλες, σαλάτα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σαλάτα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σακατεύω στα λιθουανικά - paralyžiuoti, suluošinti, gadinti, luošys, žaloti
- σακούλα στα λιθουανικά - krepšys, maišas, maišelį, maišelis, maišą
- σαλάχι στα λιθουανικά - spindulys, ray, spindulių, spinduliuotės
- σαλεύω στα λιθουανικά - judėti, eiga, judinti, veikti, eiti, judintis, nusileisti, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαλάτα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: mišrainė, salotos, salotų, salad, salotomis
Μεταφράσεις: mišrainė, salotos, salotų, salad, salotomis