Σαλάτα στα πολωνικά
Μετάφραση: σαλάτα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
surówka, sałata, sałatka, salad, sałatki
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλάτα
σαλάτα σπανάκι, σαλάτα ζυμαρικών, σαλάτα με κινόα, σαλάτα του σεφ, σαλάτα με φράουλες, σαλάτα λεξικό γλώσσας πολωνικά, σαλάτα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σακατεύω στα πολωνικά - okaleczać, wykoślawiać, okaleczyć, kaleka, sparaliżować, kaleczyć, cripple
- σακούλα στα πολωνικά - torba, sakiewka, kieszeń, woreczek, worek, bag, torby
- σαλάχι στα πολωνικά - płaszczka, półprosta, promyk, promieniować, promień, ray, promieniowania, ...
- σαλεύω στα πολωνικά - przesuwanie, zagranie, wyprowadzić, odsuwać, przeprowadzać, przesuwać, wzruszyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαλάτα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: surówka, sałata, sałatka, salad, sałatki
Μεταφράσεις: surówka, sałata, sałatka, salad, sałatki