Σφυροκοπώ στα ιταλικά
Μετάφραση: σφυροκοπώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mitragliare, Strafe, Spostamento a, bombardare, Schivate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφυροκοπώ
σφυροκοπώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, σφυροκοπώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σφυρίζω στα ιταλικά - fischiare, sibilo, sibilare, fischietto, fischio, zufolare, mago, ...
- σφυρίχτρα στα ιταλικά - sibilo, fischio, fischietto, zufolare, whistle, fischia, fischio di
- σφύριγμα στα ιταλικά - fischio, fischietto, sibilo, zufolare, whistle, fischia, fischio di
- σχάρα στα ιταλικά - gratella, graticola, tormentare, grata, inferriata, griglia, cremagliera, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφυροκοπώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: mitragliare, Strafe, Spostamento a, bombardare, Schivate
Μεταφράσεις: mitragliare, Strafe, Spostamento a, bombardare, Schivate