Σφυροκοπώ στα πολωνικά

Μετάφραση: σφυροκοπώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wbijać, młot, młotek, zaklepać, uderzać, walić, ostrzelać, strafe
Σφυροκοπώ στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφυροκοπώ

σφυροκοπώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, σφυροκοπώ στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σφυρίζω στα πολωνικά - poszum, bzykać, syk, syczeć, syczenie, świstać, świszczeć, ...
  • σφυρίχτρα στα πολωνικά - świszczeć, gwizdać, pogwizdywać, świstać, gwizd, gwizdek, świst, ...
  • σφύριγμα στα πολωνικά - świszczeć, pogwizdywać, świstać, gwizdać, gwizd, gwizdek, świst, ...
  • σχάρα στα πολωνικά - zębatka, przypiekać, zgryzota, krata, torturować, nieszczęście, statyw, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφυροκοπώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wbijać, młot, młotek, zaklepać, uderzać, walić, ostrzelać, strafe