Τρίχωμα στα ιταλικά
Μετάφραση: τρίχωμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pelame, pelliccia, pelle, pelo, capelli, i capelli, dei capelli, di capelli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρίχωμα
τρίχωμα σκύλων, τρίχωμα γάτας, σκύλος τρίχωμα, πρωτογενές τρίχωμα, γάτα τρίχωμα, τρίχωμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, τρίχωμα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τρίφτης στα ιταλικά - grattugia, grater, la grattugia
- τρίχα στα ιταλικά - chioma, capigliatura, capello, capelli, i capelli, dei capelli, di capelli, ...
- τραβώ στα ιταλικά - chiamata, appello, affascinare, tendere, adescare, attrattiva, disegnare, ...
- τραγανιστός στα ιταλικά - croccante, scricchiolio, sgranocchiare, macinare, scricchiolare, sgranocchiando
Τυχαίες λέξεις
Τρίχωμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pelame, pelliccia, pelle, pelo, capelli, i capelli, dei capelli, di capelli
Μεταφράσεις: pelame, pelliccia, pelle, pelo, capelli, i capelli, dei capelli, di capelli