Φορτηγό στα ιταλικά
Μετάφραση: φορτηγό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
camion, autocarro, carrello, truck, autocarri
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορτηγό
φορτηγό σαββόπουλοσ, φορτηγό δημόσιας χρήσης, φορτηγό ψυγείο, φορτηγό με γερανό, φορτηγό αυτοκίνητο, φορτηγό λεξικό γλώσσας ιταλικά, φορτηγό στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- φορτίο στα ιταλικά - gravare, addossare, onere, carica, aggravio, fardello, soma, ...
- φορτηγάκι στα ιταλικά - furgone, camioncino, van, un furgone, furgoncino
- φορτικός στα ιταλικά - importuno, importuna, importuni, importunate, insistente
- φορτώνω στα ιταλικά - aggravio, addossare, fardello, carica, onere, soma, carico, ...
Τυχαίες λέξεις
Φορτηγό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: camion, autocarro, carrello, truck, autocarri
Μεταφράσεις: camion, autocarro, carrello, truck, autocarri