Φορτηγό στα φινλανδικά
Μετάφραση: φορτηγό, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kippiauto, kuorma-auto, kuormuri, rekka, vastapainotrukit, trukki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορτηγό
φορτηγό σαββόπουλοσ, φορτηγό δημόσιας χρήσης, φορτηγό ψυγείο, φορτηγό με γερανό, φορτηγό αυτοκίνητο, φορτηγό λεξικό γλώσσας φινλανδικά, φορτηγό στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- φορτίο στα φινλανδικά - sälyttää, taakka, rasitus, kuorma, lasti, kuormitus, kuorman, ...
- φορτηγάκι στα φινλανδικά - eturyhmä, tunnustelijat, pakettiauto, van
- φορτικός στα φινλανδικά - vetoava, hellittämätön, itsepintainen
- φορτώνω στα φινλανδικά - rasitus, lasti, sälyttää, taakka, kuorma, kuormitus, kuorman, ...
Τυχαίες λέξεις
Φορτηγό στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kippiauto, kuorma-auto, kuormuri, rekka, vastapainotrukit, trukki
Μεταφράσεις: kippiauto, kuorma-auto, kuormuri, rekka, vastapainotrukit, trukki