Φορτηγό στα λιθουανικά
Μετάφραση: φορτηγό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sunkvežimis, atsvaru, su atsvaru, sunkvežimių, krautuvai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορτηγό
φορτηγό σαββόπουλοσ, φορτηγό δημόσιας χρήσης, φορτηγό ψυγείο, φορτηγό με γερανό, φορτηγό αυτοκίνητο, φορτηγό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φορτηγό στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- φορτίο στα λιθουανικά - apkrova, apkrovos, krovinys, apkrovą, krūvis
- φορτηγάκι στα λιθουανικά - furgonas, van, autobusiukas
- φορτικός στα λιθουανικά - landus, Namolny, Dokuczliwy, Apnicīgs, grisus
- φορτώνω στα λιθουανικά - apkrova, apkrovos, krovinys, apkrovą, krūvis
Τυχαίες λέξεις
Φορτηγό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sunkvežimis, atsvaru, su atsvaru, sunkvežimių, krautuvai
Μεταφράσεις: sunkvežimis, atsvaru, su atsvaru, sunkvežimių, krautuvai