Ύστατος στα ιταλικά

Μετάφραση: ύστατος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
finale, basilare, ultimo, definitivo, ultima, massimo, definitiva
Ύστατος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύστατος

ύστατος σημασία, ύστατος λεξικο, ύστατοσ οβολόσ, ύστατος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ύστατος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ύποπτος στα ιταλικά - diffidente, sospettoso, sospetto, sospetta, sospettato, sospetti, indagato
  • ύπουλος στα ιταλικά - astuto, scaltro, furbo, dispettoso, malizioso, catty, maliziosa, ...
  • ύφαλος στα ιταλικά - scoglio, scogliera, barriera, reef, barriera corallina, scogliera di
  • ύφανση στα ιταλικά - tessitura, di tessitura, tessere, la tessitura, per tessere
Τυχαίες λέξεις
Ύστατος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: finale, basilare, ultimo, definitivo, ultima, massimo, definitiva