Ύστατος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ύστατος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pagrindinis, galutinis, galutinė, galutiniam, svarbiausias
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύστατος
ύστατος σημασία, ύστατος λεξικο, ύστατοσ οβολόσ, ύστατος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ύστατος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ύποπτος στα λιθουανικά - įtarti, įtartinas, įtariamas, įtariamasis, įtariamajam
- ύπουλος στα λιθουανικά - gudrus, Katės, catty, Leis, Katė panašus, Viltīgs
- ύφαλος στα λιθουανικά - rifas, Reef, rifų, rifo
- ύφανση στα λιθουανικά - audimas, audimo, audiniai, pynimas
Τυχαίες λέξεις
Ύστατος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pagrindinis, galutinis, galutinė, galutiniam, svarbiausias
Μεταφράσεις: pagrindinis, galutinis, galutinė, galutiniam, svarbiausias