Δυσαρεστώ στα κροατικά
Μετάφραση: δυσαρεστώ, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ozlovoljiti, zamjeriti se, zamjeriti, ljuti, naljutiti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσαρεστώ
δυσαρεστώ λεξικό γλώσσας κροατικά, δυσαρεστώ στα κροατικά
Μεταφράσεις
- δυσανάγνωστος στα κροατικά - nečitak, nečitljiv, nečitljiva, nečitljive, nečitljivi
- δυσαρέσκεια στα κροατικά - nelagodnost, nezadovoljenost, nezadovoljstvo, ljutnja
- δυσεπίλυτος στα κροατικά - kvrgast, čvorast, tvrdoglav, uhvatljivi, intraktabilna, neukrotive, intraktabilni
- δυσκίνητος στα κροατικά - lijen, trom, polagan, inertan, spor, nezgrapan, glomazan, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσαρεστώ στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: ozlovoljiti, zamjeriti se, zamjeriti, ljuti, naljutiti
Μεταφράσεις: ozlovoljiti, zamjeriti se, zamjeriti, ljuti, naljutiti