Δυσαρεστώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: δυσαρεστώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
contraria, nemulțumi, supere, displacă, nemulțumească
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσαρεστώ
δυσαρεστώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δυσαρεστώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δυσανάγνωστος στα ρουμανικά - ilizibil, fi citit, imposibil de citit, poate fi citit, ilizibile
- δυσαρέσκεια στα ρουμανικά - neplăcere, nemulțumire, nemulțumirea, nemultumirea, neplăcerea
- δυσεπίλυτος στα ρουμανικά - intratabil, greu de rezolvat, nerezolvat, intractable, de nerezolvat
- δυσκίνητος στα ρουμανικά - împovărător, greoaie, greoi, dificil, de greoaie
Τυχαίες λέξεις
Δυσαρεστώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: contraria, nemulțumi, supere, displacă, nemulțumească
Μεταφράσεις: contraria, nemulțumi, supere, displacă, nemulțumească