Εξαναγκάζω στα λετονικά

Μετάφραση: εξαναγκάζω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
raut, montēt, būvēt, celt, fasons, šķirne, grūst, vara, spēks, vardarbība, stumt, sasniegt, vilkt, modelis, šantažēt, iebaidīt
Εξαναγκάζω στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαναγκάζω

εξαναγκάζω αγγλικά, εξαναγκάζω συνώνυμα, εξαναγκάζω λεξικό γλώσσας λετονικά, εξαναγκάζω στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • εξακριβώνω στα λετονικά - pārliecināties, konstatēt, noteikt, noskaidrot
  • εξαλείφω στα λετονικά - iznīcināt, izskaust, izdzēst
  • εξαναγκασμός στα λετονικά - spaidi, piespiešana, piespiešanu, ietekmēšana, piespiešanas
  • εξαντλημένος στα λετονικά - noguris, izsmeltas, izsmelti, izsmelts, izsmelta, beigušies
Τυχαίες λέξεις
Εξαναγκάζω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: raut, montēt, būvēt, celt, fasons, šķirne, grūst, vara, spēks, vardarbība, stumt, sasniegt, vilkt, modelis, šantažēt, iebaidīt