Vara στα ελληνικά

Μετάφραση: vara, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαναγκάζω, βία, εξουσιάζω, έλεγχος, ρώμη, δύναμη, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ
Vara στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vannot στα ελληνικά - μπανιέρα, λούζομαι, λουτρό, μπάνιο, για, στο, σε, ...
  • vanādijs στα ελληνικά - βανάδιο, βαναδίου, του βαναδίου, το βανάδιο, βαναδιο
  • varavīksne στα ελληνικά - ουράνιο τόξο, ουράνιου τόξου, ουράνιο, τόξο, του ουράνιου τόξου
  • varbūt στα ελληνικά - μπορεί, ίσως, ίσως και, ίσως να, μήπως, ενδεχομένως
Τυχαίες λέξεις
Vara στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, βία, εξουσιάζω, έλεγχος, ρώμη, δύναμη, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ