Montēt στα ελληνικά

Μετάφραση: montēt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτίζω, φτιάχνω, εξαναγκάζω, κορμοστασιά, μπόι, ανάστημα, οικοδομώ, κατασκευάζω, κάνω, συναρμολόγηση, συγκεντρώνουν, συναρμολογούν, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν
Montēt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • monopols στα ελληνικά - μονοπώλιο, μονοπωλίου, μονοπωλιακή, το μονοπώλιο, μονοπωλιακής
  • monoteisms στα ελληνικά - μονοθεϊσμός, μονοθεϊσμό, μονοθεϊσμού, το μονοθεϊσμό, μονοθεΐα
  • monuments στα ελληνικά - μνημόσυνο, μνημείο, μνημείου, μνημείων, μνημείο που
  • monēta στα ελληνικά - κέρμα, νόμισμα, νομίσματος, κερμάτων, κέρματος
Τυχαίες λέξεις
Montēt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτίζω, φτιάχνω, εξαναγκάζω, κορμοστασιά, μπόι, ανάστημα, οικοδομώ, κατασκευάζω, κάνω, συναρμολόγηση, συγκεντρώνουν, συναρμολογούν, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν