Ανάβω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανάβω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дзень, ясни, лёгкi, распаліць, разжечь, запаліць
Ανάβω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάβω

ανάβω δυο τσιγάρα στίχοι, ανάβω θυμιατήρι, ανάβω όλα τα φωτα, ανάβω με τσιγάρα στίχοι, ανάβω δυο τσιγάρα, ανάβω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανάβω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ανά στα λευκορωσικά - за
  • ανάβαση στα λευκορωσικά - ўзыходжанне, узыходжанне
  • ανάγκη στα λευκορωσικά - хацець, абавязак, пытацца, неабходнасць, неабходнасьць, патрэба
  • ανάγλυφος στα λευκορωσικά - штампаваны, штампаваць
Τυχαίες λέξεις
Ανάβω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дзень, ясни, лёгкi, распаліць, разжечь, запаліць