Ανάβω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ανάβω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
светлина, запалката, Поттикне, кладат, спотнуваа, запалвам, го спотнуваа
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάβω
ανάβω δυο τσιγάρα στίχοι, ανάβω θυμιατήρι, ανάβω όλα τα φωτα, ανάβω με τσιγάρα στίχοι, ανάβω δυο τσιγάρα, ανάβω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ανάβω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ανά στα σλαβομακεδονικά - по, на, за, годишно, во
- ανάβαση στα σλαβομακεδονικά - искачување, воздигнување, искачувањето, качување, издигнување
- ανάγκη στα σλαβομακεδονικά - недостатокот, треба, потребно, потребни, ќе треба, потребно е
- ανάγλυφος στα σλαβομακεδονικά - направена во суви
Τυχαίες λέξεις
Ανάβω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: светлина, запалката, Поттикне, кладат, спотнуваа, запалвам, го спотнуваа
Μεταφράσεις: светлина, запалката, Поттикне, кладат, спотнуваа, запалвам, го спотнуваа