Γωνιακός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γωνιακός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кутняя, вуглавая
Γωνιακός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γωνιακός

γωνιακός καναπές προσφορά, γωνιακός τροχός μικρός, γωνιακός νεροχύτης, γωνιακός καναπές-κρεβάτι, γωνιακός τροχός, γωνιακός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γωνιακός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γυρίζω στα λευκορωσικά - адбыцца, цкаваць, труціць, травіць, атручваць, вынішчаць
  • γωνία στα λευκορωσικά - кут, вугал, куток, рог
  • γόητρο στα λευκορωσικά - прэстыж
  • γόμα στα λευκορωσικά - гумка, гумку
Τυχαίες λέξεις
Γωνιακός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кутняя, вуглавая