Ειδικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ειδικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эксперт, экспэрт
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ειδικός
ειδικός λογαριασμός πανεπιστημίου κρήτης, ειδικός εκλογικός αριθμός, ειδικός φόρος ακινήτων (ε.φ.α.) νομικών προσώπων, ειδικός φόρος ακινήτων 2014, ειδικός εκλογικός αριθμός (e.e.a.), ειδικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ειδικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ειδεχθής στα λευκορωσικά - агідны, абрыдлівае, агіднае, жахлівае
- ειδικά στα λευκορωσικά - асабліва
- ειδοποιώ στα λευκορωσικά - абвяшчаць, паведаміць, Паведамі
- ειδυλλιακός στα λευκορωσικά - ідылічны
Τυχαίες λέξεις
Ειδικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: эксперт, экспэрт
Μεταφράσεις: эксперт, экспэрт