Ειδικός στα σουηδικά
Μετάφραση: ειδικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
specialist, expert, experten, sakkunnig, experter
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ειδικός
ειδικός λογαριασμός πανεπιστημίου κρήτης, ειδικός εκλογικός αριθμός, ειδικός φόρος ακινήτων (ε.φ.α.) νομικών προσώπων, ειδικός φόρος ακινήτων 2014, ειδικός εκλογικός αριθμός (e.e.a.), ειδικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ειδικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ειδεχθής στα σουηδικά - ohyggliga, otäckt, avskyvärda, ful, hemsk
- ειδικά στα σουηδικά - speciellt, särskilt, särdeles, synnerhet, i synnerhet, framför allt
- ειδοποιώ στα σουηδικά - tillkännage, underrätta, informera, rätta, meddela, information
- ειδυλλιακός στα σουηδικά - idyllisk, idylliskt, idylliska, idyll
Τυχαίες λέξεις
Ειδικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: specialist, expert, experten, sakkunnig, experter
Μεταφράσεις: specialist, expert, experten, sakkunnig, experter