Εφαρμόζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εφαρμόζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўжываць, прымяняць, ужываць, выкарыстоўваць
Εφαρμόζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφαρμόζω

εφαρμόζω αόριστος, εφαρμόζω αντίθετα, εφαρμόζω ετυμολογια, εφαρμόζω βικιλεξικο, εφαρμόζω κλιση, εφαρμόζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εφαρμόζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εφαρμογή στα λευκορωσικά - прымяненне, ўжыванне, ужыванне, выкарыстанне
  • εφαρμοστός στα λευκορωσικά - ў абцяжку
  • εφαρμόσιμος στα λευκορωσικά - дастасавальныя, прыдатныя, які ўжываецца, дастасоўны, ўжываецца
  • εφεδρεία στα λευκορωσικά - рэзерв, рэзэрв
Τυχαίες λέξεις
Εφαρμόζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўжываць, прымяняць, ужываць, выкарыстоўваць