Εύκαμπτος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εύκαμπτος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гнуткі, гібкі, гнуткай
Εύκαμπτος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύκαμπτος

εύκαμπτος ανοξείδωτος σωλήνας, εύκαμπτος καθρέφτης, εύκαμπτος αεραγωγός, εύκαμπτος αγωγός διπλού τοιχώματος, εύκαμπτος άξονας, εύκαμπτος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εύκαμπτος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εύθρυπτος στα λευκορωσικά - друзлы, рыхлы, пульхны
  • εύθυμος στα λευκορωσικά - вясёлы, веселый, вясёлае
  • εύκολα στα λευκορωσικά - лёгка
  • εύκολος στα λευκορωσικά - павольна, лёгка
Τυχαίες λέξεις
Εύκαμπτος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гнуткі, гібкі, гнуткай