Εύκαμπτος στα λιθουανικά
Μετάφραση: εύκαμπτος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lankstus, lanksti, lanksčios, lankstūs, lanksčiai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύκαμπτος
εύκαμπτος ανοξείδωτος σωλήνας, εύκαμπτος καθρέφτης, εύκαμπτος αεραγωγός, εύκαμπτος αγωγός διπλού τοιχώματος, εύκαμπτος άξονας, εύκαμπτος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εύκαμπτος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εύθρυπτος στα λιθουανικά - purus, puri, purūs, purią, lengvai susmulkinamas
- εύθυμος στα λιθουανικά - linksmas, linksmai, merry, linksminosi, linksmų
- εύκολα στα λιθουανικά - lengvai, nesunkiai, lengviau, lengva, paprasta
- εύκολος στα λιθουανικά - lengvas, lengva, lengvai, yra lengva, paprasta
Τυχαίες λέξεις
Εύκαμπτος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lankstus, lanksti, lanksčios, lankstūs, lanksčiai
Μεταφράσεις: lankstus, lanksti, lanksčios, lankstūs, lanksčiai