Εύκαμπτος στα τούρκικα
Μετάφραση: εύκαμπτος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
esnek, esnek bir, esnektir, bükülgen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύκαμπτος
εύκαμπτος ανοξείδωτος σωλήνας, εύκαμπτος καθρέφτης, εύκαμπτος αεραγωγός, εύκαμπτος αγωγός διπλού τοιχώματος, εύκαμπτος άξονας, εύκαμπτος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εύκαμπτος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εύθρυπτος στα τούρκικα - gevrek, oynak, ufalanabilir, kırılgan, Dökme
- εύθυμος στα τούρκικα - neşeli, keyifli, şen, mutlu, şenlikli
- εύκολα στα τούρκικα - kolayca, kolaylıkla, kolay, kolay bir, rahatlıkla
- εύκολος στα τούρκικα - kolay, kolaydır, kolay bir, kolayca, kullanımı kolay
Τυχαίες λέξεις
Εύκαμπτος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: esnek, esnek bir, esnektir, bükülgen
Μεταφράσεις: esnek, esnek bir, esnektir, bükülgen