Θηλυκός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: θηλυκός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
жанчына
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλυκός
θηλυκός σκύλος, θηλυκός ιαβέρης, θηλυκός αχινός, θηλυκός δημήτρης, θηλυκός γάιδαρος, θηλυκός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, θηλυκός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- θηλαστικός στα λευκορωσικά - млекакормячых, сысуноў, млекаспажыўцоў
- θηλιά στα λευκορωσικά - пятля, завеса, петля
- θηλυπρεπής στα λευκορωσικά - падобны да жанчыны, жанчынападобны, женоподобный
- θημωνιά στα λευκορωσικά - стэк
Τυχαίες λέξεις
Θηλυκός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: жанчына
Μεταφράσεις: жанчына